Το πένθος είναι μια φυσική απάντηση στην απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου. Για τους περισσότερους ανθρώπους, τα συμπτώματα του πένθους αρχίζουν να μειώνονται με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, για μια μικρή ομάδα ανθρώπων, το αίσθημα της έντονης θλίψης επιμένει και τα συμπτώματα του πένθους είναι αρκετά σοβαρά ώστε να προκαλούν προβλήματα στην καθημερινότητα και να τους εμποδίζουν να συνεχίσουν τη ζωή τους. Η διαταραχή παρατεταμένου πένθους είναι η νεότερη διαταραχή που προστέθηκε στο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM-5) και περιλαμβάνεται και στην αναθεωρημένη έκδοσή του (DSM-5-TR), που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 2022.
Πιο συγκεκριμένα, ένα άτομο με διαταραχή παρατεταμένου πένθους μπορεί να βιώσει έντονη λαχτάρα για το άτομο που πέθανε ή να παρουσιάζει έντονη ενασχόληση με τις σκέψεις αυτού του ατόμου. Στα παιδιά και τους εφήβους, η ενασχόληση μπορεί να επικεντρωθεί στις συνθήκες γύρω από το θάνατο. Επιπλέον, το άτομο μπορεί να αντιμετωπίσει σημαντική αγωνία ή προβλήματα κατά την εκτέλεση καθημερινών δραστηριοτήτων στο σπίτι, την εργασία ή άλλους σημαντικούς τομείς. Για να δοθεί η διάγνωση, πρέπει η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου να έχει συμβεί τουλάχιστον πριν από ένα χρόνο για τους ενήλικες και τουλάχιστον πριν από 6 μήνες για τα παιδιά και τους εφήβους. Επιπλέον, το άτομο που πενθεί πρέπει να έχει βιώσει τουλάχιστον τρία από τα παρακάτω συμπτώματα σχεδόν κάθε μέρα για τουλάχιστον τον τελευταίο μήνα πριν από τη διάγνωση (APA, 2022):
• Διάσπαση της ταυτότητας (π.χ. αίσθημα σαν να έχει πεθάνει μέρος του εαυτού του).
• Έντονη αίσθηση δυσπιστίας για τον θάνατο.
• Αποφυγή υπενθυμίσεων ότι το άτομο είναι νεκρό.
• Έντονος συναισθηματικός πόνος (π.χ. θυμός, πικρία, θλίψη) που σχετίζεται με το θάνατο.
• Δυσκολία στη συνέχιση της ζωής (π.χ. προβλήματα συναναστροφής με φίλους, επιδίωξη ενδιαφερόντων, σχεδιασμός για το μέλλον).
• Συναισθηματικό μούδιασμα.
• Αντίληψη ότι η ζωή δεν έχει νόημα.
• Έντονη μοναξιά.
Γνωσιακή- Συμπεριφοριστική Αντίληψη για το παρατεταμένο πένθος
Για να μπορέσει να γίνει καλύτερα αντιληπτή η γνωσιακή δομή του πένθους, γίνεται εστίαση σε τρεις γνωσιακές διεργασίες, οι οποίες θεωρούνται κομβικές στην ανάπτυξη και διατήρηση του παρατεταμένου πένθους:
(α) φτωχή ενσωμάτωση της απώλειας στη βάση δεδομένων της αυτοβιογραφικής μνήμης: ο πενθών παρουσιάζει μεγάλη δυσκολία να αποδεχθεί τη μονιμότητα/ μη αναστρεψιμότητα της απώλειας. Αυτό σημαίνει ότι η πληροφορία της μονιμότητα της απώλειας δεν συνδέεται και δεν ενσωματώνεται με τις υπόλοιπες πληροφορίες που διαθέτει το άτομο για το θανόντα (αναμνήσεις, σκέψεις, συναισθήματα). Ο πενθών αδυνατεί να ξεπεράσει το σοκ της απώλειας, αφού τη βιώνει συνέχεια με την ίδια ένταση. Επιπλέον, συνέπεια της ελλιπούς ενσωμάτωσης αποτελούν και οι αντιδράσεις προσκόλλησης (attachment reactions), οι οποίες εξυπηρετούν τη διατήρηση της αίσθησης της ασφάλειας και της εγγύτητας. Στο μη επιπλεγμένο πένθος, αυτές οι αντιδράσεις σταδιακά υποχωρούν όσο η πληροφορία για τη μονιμότητα της απώλειας ενσωματώνεται στο γνωστικό σύστημα. Αντίθετα, στο περιπλεγμένο πένθος που δεν ακολουθείται αυτή η γνωσιακή διεργασία, το άτομο συνεχίζει να αντιδρά με τρόπο που στόχο έχει να αποκαταστήσει την εγγύτητα με το θανόντα. (β) αρνητικές πυρηνικές πεποιθήσεις και παρερμηνείες σχετικά με τις αντιδράσεις για το πένθος: ροπή για σκέψεις με αρνητικό περιεχόμενο σε σχέση με τον εαυτό, τον κόσμο και το μέλλον, καθώς και για την ικανότητα του ατόμου να ξεπεράσει τον πόνο. Οι αρνητικές πεποιθήσεις και παρερμηνείες (i) αυτομάτως γενικεύουν τα συμπτώματα του περιπλεγμένου πένθους, (ii) ενδυναμώνουν την ροπή διατήρησης μη βοηθητικών αποφευκτικών στρατηγικών, και (iii) προκαλούν παρεμβολές στην προσαρμογή της αυτοβιογραφικής μνήμης. Πεποιθήσεις όπως “είμαι ανάξιος”, “η ζωή δεν έχει κανένα νόημα”, “ το μέλλον είναι ανέλπιδο”, μπορεί είτε να προϋπήρχαν στο άτομο και να εντάθηκαν με την απώλεια, είτε να δημιουργήθηκαν από αυτή. Είναι κομβικές και αποτελούν κριτήρια για τη διαταραχή. Οι πυρηνικές πεποιθήσεις ακολουθούν μία αρνητική πορεία που ευθυγραμμίζεται με την εμπειρία της απώλειας και επηρεάζουν την καθημερινή λειτουργικότητα του ατόμου, κυριαρχώντας ουσιαστικά επί του περιεχομένου της σκέψης. Ο πενθών στρέφει την προσοχή του στην απώλεια αντί στην υιοθέτηση μιας πιο υγειούς συμπεριφοράς (π.χ. να θέσει νέους στόχους, να εμπλακεί σε δραστηριότητες που απολαμβάνει). Οι πυρηνικές πεποιθήσεις φαίνεται να συνδέονται περισσότερο με στρατηγικές καταθλιπτικής αποφυγής. Οι καταστροφικές παρερμηνείες σχετικά με τις αντιδράσεις του πένθους αφορούν την εσφαλμένη ετικετοποίηση του ίδιου του πενθούντα για τις αντιδράσεις του και την έντασή τους. Ως εκ τούτου, υποθέτουμε ότι αυτές οι παρερμηνείες οδηγούν στην υιοθέτηση στρατηγικών αγχώδους αποφυγής. (γ) στρατηγικές αγχώδους και καταθλιπτικής αποφυγής: δυσπροσαρμοστικές στρατηγικές που (i) προκαλούν άμεσα συμπτώματα παρατεταμένου πένθους, (ii) επηρεάζουν την τροποποίηση των αρνητικών πεποιθήσεων και παρερμηνειών, και (iii) επηρεάζουν την ενσωμάτωση της απώλειας στην αυτοβιογραφική μνήμη. Οι στρατηγικές αγχώδους αποφυγής παρατηρούνται όταν ο πενθών πιστεύει ότι, αντιμετωπίζοντας την πραγματικότητα της απώλειας, θα οδηγηθεί σε “τρέλα”, “απώλεια του ελέγχου” ή “αβάσταχτες συνέπειες”. Η σκέψη αυτή οδηγεί με τη σειρά της σε μία αποφυγή αντιπαράθεσης με την πραγματικότητα, η οποία κρίνεται ως απειλητική. Ο πενθών αποφεύγει καταστάσεις, ανθρώπους ή αντικείμενα που υπενθυμίζουν τον θανόντα, καταλήγοντας σε καταπίεση οδυνηρών αναμνήσεων ή σε μηρυκασμό σχετικά με τις δικές του αντιδράσεις ή τις αιτίες της απώλειας. Επίσης, είναι πιθανή η συνεχής αναφορά στο θανόντα, η λατρεία αντικειμένων που σχετίζονται με αυτόν, η δημιουργία ιεροτελεστιών θρήνου ή η υιοθέτηση γνωσιακών στρατηγικών, όπως ο εσωτερικός διάλογος με το θανόντα ή ανάγκη καθησυχασμού μέσω των αναμνήσεων. Σε όρους κριτηρίων, η αγχώδης αποφυγή συνδέεται με το “μούδιασμα”, την “αποσύνδεση από άλλους”, και την “απουσία συναισθηματικής απαντητικότητας”. Οι στρατηγικές καταθλιπτικής αποφυγής παρατηρούνται όταν ο πενθών υιοθετεί συμπεριφορικά μοτίβα αδράνειας και απόσυρσης από κοινωνικές ενασχολήσεις και δημιουργικές δραστηριότητες που μπορούν να του προσφέρουν θετική ενίσχυση, και ήταν σημαντικές για αυτόν πριν τον θάνατο του αγαπημένου του προσώπου και κάνει σκέψεις ότι η δέσμευση σε ευχάριστες ασχολίες αποτελεί ασέβεια προς το θανόντα. Η καταθλιπτική αποφυγή συντελεί στη λαχτάρα για το χαμένο πρόσωπο και το μέλλον δίχως νόημα, φαινόμενα- κλειδιά στη συμπτωματολογία του παρατεταμένου πένθους, ενώ παράλληλα αποκλείει την πρόσβαση του ατόμου σε νέες εμπειρίες που μπορούν να λειτουργήσουν βοηθητικά για το άτομο και να κατευνάσουν τις αρνητικές πεποιθήσεις για τον εαυτό και το μέλλον.
Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία για το παρατεταμένο πένθος
Θεραπείες που χρησιμοποιούν στοιχεία γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας (CBT) έχουν βρεθεί ότι είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές στη μείωση των συμπτωμάτων του παρατεταμένου πένθους. Η ατομική ψυχοθεραπεία βοηθά στην προσαρμογή στην απώλεια και επικεντρώνεται τόσο στην αποδοχή της πραγματικότητας της απώλειας όσο και στην στην αίσθηση ικανοποίησης σε έναν κόσμο χωρίς το αγαπημένο πρόσωπο. Μέσα από τη CBT αναδομούνται οι δυσλειτουργικές σκέψεις για την απώλεια και αντικαθιστούνται με άλλες πιο λειτουργικές.
Επιπλέον, ομάδες υποστήριξης για το πένθος μπορούν να αποτελέσουν μια σημαντική πηγή κοινωνικής σύνδεσης και υποστήριξης. Μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αισθάνονται λιγότερο μόνοι, συμβάλλοντας έτσι στην αποφυγή της απομόνωσης που θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο για την εμφάνιση της διαταραχής του παρατεταμένου πένθους.
Πηγές:
https://www.psychiatry.org/patients-families/prolonged-grief-disorder